ΝΤΟΥΡΡΟΥΤΙ ΜΠΟΥΕΝΑΒΕΝΤΟΥΡΑ


Γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου του 1896 στο Λεόν, μια ορεινή περιοχή στην κεντρική Ισπανία. Παράτησε το σχολείο στα 14 του χρόνια για να εργαστεί ως μαθητευόμενος μηχανικός πρώτα στο σιδεράδικο ενός σοσιαλιστή θείου του και ύστερα στον σιδηροδρομικό σταθμό του Λεόν. Επαιξε ενεργό ρόλο σε αυτή την απεργία των σιδηροδρομικών το 1917, η οποία μετατράπηκε σε γενική απεργία όταν η κυβέρνηση αρνήθηκε να αποδεχθεί τους όρους της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν οι εργοδότες και η σοσιαλιστική συνδικαλιστική ένωση UGT. Η γενική απεργία κράτησε τρεις μέρες και συνετρίβει από το στρατό, με απολογισμό 70 νεκρούς, 500 τραυματίες και 2000 εργάτες που φυλακίστηκαν.

Ο Ντουρρούτι για να αποφύγει τη σύλληψη διέφυγε στη Γαλλία όπου εργάστηκε
στο Παρίσι ως μηχανικός μέχρι τις αρχές του 1920. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ισπανία, στο Σαν Σεμπαστιάν και ήρθε σε επαφή με την τοπική αναρχική ομάδα «Λος Ζουστισιέρος». Μετά από μια αποτυχημένη ανατίναξη των θερινών βασιλικών ανακτόρων κατέφυγε στη Βαρκελώνη όπου το αναρχικό κίνημα, καθώς επίσης και το συνδικαλιστικό, υφίστατο μια κτηνώδη καταστολή, ενώ τα περισσότερα μέλη του ήταν στη φυλακή ή είχαν εκτελεστεί. Η κρατική τρομοκρατία εναντίον των εργατών της αναρχοσυνδικαλιστικής CNT και του αναρχικού κινήματος, είχε αποτέλεσμα αναρχικοί όπως ο Ντουρρούτι και ο φίλος του Ασκάσο, αρτεργάτης από την Καταλονία, ανταπάντησαν στην βία με βία, στη δολοφονία με δολοφονία. Μεταξύ 1919 και 1922, σχεδόν κάθε γνωστός αναρχικός ή συνδικαλιστής είτε δολοφονήθηκε από πιστολέρος που είχε προσλάβει η κυβερνητική ομοσπονδία εργοδοτών, είτε σκοτώθηκε ενώ προσπαθούσε να δραπετεύσει από την φυλακή.

Το κύριο όργανο υλοποίησης της καταστολής και της τρομοκρατίας, που ξεκίνησε το 1920, ήταν η κυβέρνηση του Ντάτο και ο Ασκάσο με τον Ντουρρούτι αποφάσισαν να τον δολοφονήσουν. Ο Ντάτο πράγματι δολοφονήθηκε στη Μαδρίτη το 1921, απ' ότι λέγεται από αναρχικούς - όχι όμως από τον Ασκάσο ή τον Ντουρρούτι. Ωστόσο το 1923 θα δολοφονήσουν τον καρδινάλιο της Σαραγόσας που υποστήριζε και οικονομικά την καταστολή των αναρχικών και της CNT.



Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Πρίμο ντε Ριβέρα ο Ντουρρούτι και ο Ασκάσο θα αναγκαστούν να διαφύγουν στο εξωτερικό. Αρχικά πήγαν στην Αργεντινή, αλλά σχεδόν αμέσως, η αστυνομία άρχισε να τους κυνηγά και έτσι αναγκάστηκαν να την εγκαταλείψουν. Οι ισπανικές αρχές είχαν προφανώς προειδοποιήσει όλες τις κυβερνήσεις της Νότιας και Κεντρικής Αμερικής. Κατέφυγαν κυνηγημένοι στη Χιλή, στην Ουρουγουάη και το Μεξικό, μια και η κυβέρνηση της Αργεντινής τους καταδίκασε σε θάνατο σαν αναρχικούς ταραχοποιούς. Ενώ ο Ντουρρούτι βρισκόταν ακόμη στη Νότιο Αμερική, πολλοί αναρχικοί αγωνιστές συγκεντρώθηκαν στη Γαλλία και αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν περιστασιακές επιδρομές στην Ισπανία περνώντας παράνομα τα σύνορα. Αυτή η δραστηριότητα, είχε φυσικά την υποστήριξη των Γάλλων αναρχικών. Συνακόλουθα, ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι αποφάσισαν να πάνε στη Γαλλία, καθώς, εκτός των άλλων, ο Ντουρρούτι γνώριζε το Παρίσι καλά. Εγκαταστάθηκαν στο Παρίσι και Ο Ντουρρούτι άνοιξε ένα βιβλιοπωλείο. Σ' αυτή την πόλη θα συναντούσε για πρώτη φορά τον Νέστορα Μάχνο.

Λίγους μήνες αργότερα, το 1924, ο βασιλιάς της Ισπανίας Αλφόνσος XIII, επισκέφθηκε το Παρίσι. Ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι επιχείρησαν να τον δολοφονήσουν αλλά δεν τα κατάφεραν και τελικά συνελήφθησαν. Παρέμειναν και οι δυο στη φυλακή για ένα χρόνο. Όταν πλησίαζε η αποφυλάκιση τους, η Αργεντινή ζήτησε την έκδοση τους προκειμένου να εκτελεστεί η θανατική ποινή στην οποία είχαν καταδικαστεί. Ωστόσο, το γαλλικό αναρχικό κίνημα άρχισε μια τεράστια ελευθεριακή εκστρατεία υπέρ αυτών και κατάφερε να απορριφθεί η αίτηση των αρχών της Αργεντινής. Τελικά στις 19 Ιουλίου 1925 αποφυλακίστηκαν, αλλά τους δόθηκε προθεσμία δυο εβδομάδων για να εγκαταλείψουν την χώρα. Το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο αρνήθηκαν την χορήγηση πολιτικού ασύλου και έτσι πήγαν στην Γερμανία, όπου εκείνη την εποχή βρισκόταν στην εξουσία μια σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση. Ομως και οι σοσιαλδημοκράτες αρνήθηκαν να τους επιτρέψουν την είσοδο στη χώρα.


Στη συνέχεια, ο Ντουρρούτι και ο Ασκάσο επέστρεψαν παράνομα στην Γαλλία. Για μια ακόμα φορά έζησαν κρυμμένοι στο Παρίσι και ύστερα στη Λυόν. Εντοπίσθηκαν από την αστυνομία και καταδικάστηκαν σε εξάμηνη φυλάκιση. Αφού εξέτισαν την ποινή τους, έζησαν ξανά παράνομα για ένα διάστημα στο Βέλγιο. Το 1927 ο Ντουρρούτι πήγε στο Βερολίνο όπου έμεινε στο σπίτι του γνωστού Γερμανού αναρχικού Αουγκουστίν Σοϋχυ. Τελικά όμως η στάση της Βελγικής κυβέρνησης μεταστράφηκε και χορήγησε άδεια παραμονής τόσο στον Ασκάσο, όσο και στον Ντουρρούτι. Κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιπλάνησης από χώρα σε χώρα, οι σοβιετικές αρχές, τους πρόσφεραν άσυλο στην ΕΣΣΔ,, αλλ
ά αρνήθηκαν. Προφανώς ο Μάχνο θα πρέπει να τους είχε προειδοποιήσει για την σταλινική φιλοξενία.

Μετά την πτώση της ισπανικής μοναρχίας, τον Ιούλιο του 1931, ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι επέστρεψαν στην Ισπανία. Η χώρα βρισκότανε σε επαναστατικό αναβρασμό και ο
ι απεργίες έπαιρναν συχνά τη μορφή της εξέγερσης.Στη Βαρκελώνη οι απεργοί οικοδόμοι συγκρούστηκαν με την Φρουρά Εφόδου και είχαν αρκετά θύματα. Ακολούθησε απεργεία στο Τηλεφωνικό Κέντρο, αλλά η διεύθυνση κήρυξε λοκ άουτ. Μια βδομάδα αργότερα, μια απεργία στη Σεβίλλη είχε ως αποτέλεσμα τη δολοφονία 30 απεργών και τον τραυματισμό άλλων 300 από τον στρατό.Επίσης, άλλοι 3 εργάτες σκοτώθηκαν απ' τους στρατιωτικούς στο Σαν Σεμπαστιάν. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αρκετοί ακτιβιστές της FΑΙ, συμπεριλαμβανομένων των Ασκάσο και Ντουρρούτι, έκαναν επιδρομές σε τράπεζες, προκειμένου να συγκεντρώσουν χρήματα για τους εργάτες και το κίνημα. Η περίφημη επίθεση του Ντουρρούτι στην Τράπεζα της Ισπανίας, στη Χιχόν, ήταν το αποκορύφωμα. Ωστόσο, αυτός ποτέ δεν κράτησε ούτε μια δεκάρα για τον εαυτό του.

Τον Ιανουάριο του 1932, η καταλάνικη ομοσπονδία της FΑΙ μαζί με το Εργατικό Κόμμα Μαρξιστικής Ενοποίησης-ΡΟUM οργάνωσαν μια εξέγερση σε ολόκληρη την Καταλονία. Όμως ο στρατός την κατέστειλε και περίπου 120 γνωστοί αναρχικοί και αριστεροί, μεταξύ των οποίων ο Ντουρρούτι και ο Ασκάσο συνελήφθησαν και εκτοπίστηκαν στην ισπανική Γουϊνέα, άνευ δίκης. Μετά την επιστροφή του στην Ισπανία εργάστηκε σε εργοστάσιο της Βαρκελώνης και εντάχθηκε στο συνδικάτο των εργατών υφαντουργίας. Εκανε ομιλίες σε δημόσιες συγκεντρώσεις και συμμετείχε στο οργανωτικό έργο του συνδικάτου και του αναρχικού κινήματος γενικότερα. Ομως, η αστυνομία τον συλλάμβανε ξανά και ξανά, θέτοντας τον υπό κράτηση χωρίς να έχει καμιά κατηγορία εναντίον του.

Το τελευταίο μεγάλο κεφάλαιο της ζωής του Ντουρρούτι άρχισε να γράφετε όταν στις 11 Ιούλη, μια ομάδα φαλαγγιτών κατέλαβε τον ραδιοφωνικό σταθμό της Βαλένθια και μετέδωσε μια ανακοίνωση που ανέφερε: «Εδώ ράδιο Βαλένθια! Η ισπανική Φάλαγγα κατέλαβε τον ραδιοφωνικό σταθμό με τη δύναμη των όπλων, αύριο θα συμβεί το ίδιο στους ραδιοφωνικούς σταθμούς ολόκληρης της Ισπανίας». Ο ισπανικός εμφύλιος μόλις είχε ξεκινήσει.

Ξημερώματα της 17ης Ιουλίου ο στρατηγός Φράνκο ανέλαβε την ηγεσία των Μαυριτανών και των ανδρών της λεγεώνας των ξένων στο ισπανικό Μαρόκο και εξέδωσε μια διακήρυξη προς τον στρατό και το έθνος κάνοντας έκκληση να συνταχθούν στο πλευρό του για την εγκαθίδρυση εθνικιστικού κράτους στην Ισπανία. Τις επόμενες τρεις μέρες τάχθηκαν μαζί του και οι πενήντα στρατιωτικές φρουρές, με την υποστήριξη της Φάλαγγας, της πλειοψηφίας των γαιοκτη
μόνων, της αριστοκρατίας, των μεγαλοαστών και, φυσικά, της Καθολικής Εκκλησίας.

Στη Βαρκελώνη, η στρατιωτική ανταρσία ξέσπασε στις 19 Ιουλίου. Ο Ντουρρούτι, ο οποίος δεν είχε ακόμα αναρρώσει από την εγχείρηση ακούγοντας για την ανταρσία έφυγε αμέσως οπό το νοσοκομείο και ενώθηκε με τους εργάτες στα οδοφράγματα. Κατά τη διάρκεια της νύχτας της 19ης Ιουλίου, τόσο οι αναρχικοί όσο και τα μέλη του POUM απαλλοτρίωσαν τουφεκιά και δυναμίτες. Επίσης, άρπαξαν όσο οχήματα μπόρεσαν να βρουν. Στις 20 Ιουλίου ο Ασκάσο και ο Ντουρρούτι πήραν μέρος σε μια επίθεση αναρχικών στον στρατώνα Αταρανθάρας. Οι φιλοφασιστικές δυνάμεις, μετά από μια σφοδρή και παρατεταμένη ανταλλαγή πυρών, παραδόθηκαν. Ο φίλος και σύντροφος, όμως, του Ντουρρούτι, ο Ασκάσο, σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της μάχης. Μετά την επίθεση στον στρατώνα, οι αναρχικοί εργάτες επιτέθηκαν στο ξενοδοχείο Κόλον. Η πολιορκία διήρκεσε 36 ώρες και ο Ντουρρούτι ήταν απ' τους πρώτους που μπήκαν στο κτίριο. Το βράδυ της 20ης Ιουλίου η φασιστική ανταρσία στη Βαρκελώνη είχε συντριβεί εντελώς.

Την επόμενη μέρα ο γραμματέας της CNT Γκαρθία Ολιβέρ και ο Ντουρρούτι επισκέφθηκαν τον πρόεδρο της Καταλονίας Κομπάνυς, ο οποίος παραδέχθηκε ότι η CNT και οι αναρχικοί δεν είχαν ποτέ την μεταχείριση που τους άξιζε και πως ήταν τώρα κύριοι της πόλης. Τους έκανε έκκληση να τον αποδεχθούν ως ηγέτη της καταλανικής κυβέρνησης, στην οποία τους κάλεσε να λάβουν μέρος. Ο Γκαρθία Ολιβέρ δέχθηκε και έγινε ο πρώτος αναρχικός υπουργός Δικαιοσύνης παγκοσμίως!

Ουσιαστικά, πάντως, το κυβερνητικό έλεγχο στην Καταλονία τον ασκούσε η {Αντιφασιστική Επιτροπή Πολιτοφυλακής}, η οποία αποτελείτο από την CNT, την FΑΙ, την UGT και το ΡΟUΜ. Η συγκεκριμένη επιτροπή ανέθεσε στον Ντουρρούτι να οργανώσει μια αντιφασιστική πολιτοφυλακή, η οποία έγινε γνωστή ως {Ταξιαρχία Ντουρρούτι}. Η δύναμη της ταξιαρχίας του Ντουρρούτι αρχικά ήταν 1.000 άνδρες, σύντομα όμως η δύναμη της σχεδόν δεκαπλασιάστηκε. Ηταν
ως τότε η μεγαλύτερη και ισχυρότερη μονάδα του αντιφασιστικού στρατοπέδου αποτελούμενη από εθελοντές. Στις 23 Ιουλίου εξαπέλυσε την επίθεση στην Αραγωνία και ήδη στις αρχές του Αυγούστου βρισκόταν έξω από τη Σαραγόσα. Ανέκοψε την προέλαση της όταν ο διορισμένος από τη Μαδρίτη επικεφαλής των δημοκρατικών δυνάμεων στο μέτωπο της Αραγονίας έπεισε τον Ντουρρούτι ότι υπήρχε κίνδυνος να αποκοπεί απ' τις άλλες ταξιαρχίες. Αργότερα, όμως, επανέλαβε την επίθεση εναντίον της πόλης και κατά τη διάρκεια της ο καθεδρικός ναός έγινε παρανάλωμα του πυρός.

Σε μια συνέντευξη που έδωσε εκείνες τις μέρες σε έναν Ρώσο δημοσιογράφο ο Ντουρρούτι είπε χαρακτηριστικά. «Είναι πιθανό να επιζήσουν μόνο εκατό από εμάς, αλλά με αυτούς τους εκατό θα μπούμε στη Σαραγόσα και θα ανακηρύξουμε τον ελευθεριακό κομμουνισμό. Θα είμαι ο πρώτος που θα μπει. Θα ανακηρύξουμε την ελεύθερη κομμούνα. Δεν θα υποταχθούμε ούτε στην Μαδρίτη ,ούτε στη Βαρκελώνη, ούτε στον Αθάνια, ούτε στον Κομπάνυς. Θα δείξουμε σε σας τους μπολσεβίκους πώς γίνεται μια επανάσταση».

Στις αρχές του Νοεμβρίου του 1936 ο Φράνκο εξαπέλυσε τη μεγάλη επίθεση εναντίον της Μαδρίτης. Τέσσερις στρατιές που αποτελούνταν κυρίως από Μαυριτανούς και άντρες της Λεγεώνας των Ξένων με τη συνδρομή γερμανικών και ιταλικών βομβαρδιστικών πολιόρκησαν την ισπανική πρωτεύουσα. Από τις 16 Νοέμβρη και μετά η Μαδρίτη βομβαρδιζόταν μέρα νύχτα, ενώ είχε αποκοπεί τελείως οπό την υπόλοιπη Ισπανία.

Σε αυτή την απελπιστική κατάσταση ο Ντουρρούτι αποφάσισε ν' αποσύρει από το μέτωπο της Αραγονίας 4.000 μέλη της Ταξιαρχίας του, προκειμένου να σπεύσει σε βοήθεια της πρωτεύουσας. Στις 20 Νοεμβρίου, όμως, καθώς έβγαινε από το αυτοκίνητο του στην περιοχή της Πανεπιστημιούπολης μια αδέσποτη σφαίρα τον έπληξε στο πίσω μέρος του κεφαλιού, σκοτώνοντας τον ακαριαία. Παραμένει ακόμη άγνωστο από ποιον προερχότανε αυτή η σφαίρα. Ορισμένοι αναρχικοί συγγραφείς κατηγόρησαν τον Γάλλο σταλινικό Αντρέ Μάρτυ, διότι εκεί κοντά ήταν οι θέσεις της κομμουνιστικής Διεθνής Ταξιαρχίας, άλλοι ισχυρίστηκαν ότι εκπυρσοκρότησε το όπλο ενός αναρχικού. Σύμφωνα, πάντως, με τον οδηγό του Ντουρρούτι το πιθανότερο είναι να σκοτώθηκε από κάποιο Μαυριτανό του Φράνκο, διότι εκείνη τη στιγμή εξαπέλυαν μια ακόμη επίθεση εναντίον του προαστίου της Μαδρίτης.

Η σωρός του μεταφέρθηκε στις 22 Νοεμβρίου στην Βαρκελώνη, συνοδευόμενη από συμπολεμιστές του.. Εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα μέχρι την επόμενη μέρα. Χιλιάδες άνθρωποι πέρασαν δίπλα από το ανοικτό φέρετρο, το οποίο βρισκότανε στα γραφεία της περιφερειακής επιτροπής της CNT. Οταν ξεκίνησε η νεκρική πομπή η μπάντα έπαιζε τον αναρχικό ύμνο «Τα Παιδία του Λαού». Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι ύψωσαν τις γροθιές τους εν είδει χαιρετισμού. Τον επικήδειο εκφώνησε ο αναρχικός υπουργός δικαιοσύνης Γκαρθία Ολιβέρ, ενώ ο Ρώσος σύμβουλος δήλωσε ότι ήταν βαθιά συγκινημένος. Την κηδεία του Ντουρρούτι υπολογίζεται ότι παρακολούθησαν περίπου 500.000 άνθρωποι.

«Ήμουν αναρχικός σε όλη μου την ζωή και ελπίζω ότι είμαι και τώρα. Θα το θεωρούσα πράγματι πολύ θλιβερό να γινόμουνα στρατηγός και να εξουσιάζω ανθρώπους με στρατιωτική πυγμή... Πιστεύω όπως πάντα στην ελευθερία που στηρίζεται στην αίσθηση ευθύνης. Θεωρώ την πειθαρχία απαραίτητη αλλά θα πρέπει να είναι αυτοπειθαρχία, εμπνεόμενη από ένα κοινό σκοπό και ένα ισχυρό αίσθημα συντροφικότητας».





(Το παραπάνω κείμενο είναι αναδημοσίευση από το http://stavrochoros.pblogs.gr/2008/02/ntoyrroyti-.html)
 

blogger templates | Make Money Online